Ο Νεομάρτυρας Ευγένιος Ροντιόνωφ γεννήθηκε στις 23 Μαΐου 1977 μ.Χ. κοντά στη Μόσχα και συγκεκριμένα στο χωριό Κουρίλοβο, στην περιοχή της πόλεως Παντόλσκ. Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας και βαπτίστηκε Ορθόδοξος Χριστιανός κατά την παιδική του ηλικία. Η μητέρα του ονομάζεται Λιουμπόβ (=αγάπη) Βασίλιεβνα.
Το 1989 μ.Χ. η γιαγιά του, πήρε τον μικρό Ευγένιο και τον πήγε στην Εκκλησία, για να εξομολογηθεί για πρώτη φορά και να
μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δε φορούσε Σταυρό και κατά τη διάρκεια της εξομολόγησης του φόρεσε ένα Σταυρό, τον οποίο ο μικρός Ευγένιος δεν τον έβγαλε ποτέ από πάνω του· μάλιστα, έφτιαξε ένα χονδρό κορδόνι και τον πέρασε εκεί. Η μητέρα του, όταν είδε ότι φορούσε Σταυρό, τον προέτρεψε να τον βγάλει, διότι, όπως είπε, θα τον περιγελάσουν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε, αλλά και δεν την υπάκουσε.
Όταν τελείωσε τις σπουδές του το 1994 μ.Χ., εργάστηκε ως επιπλοποιός, επάγγελμα που του απέφερε πολλά έσοδα.
Στις 25 Ιουνίου του 1995 μ.Χ. παρουσιάστηκε στο Στρατό και μετά τη βασική του εκπαίδευση, στις 13 Ιανουαρίου του 1996 μ.Χ., τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας-Ηγκουερίνας. Ακριβώς ένα μήνα μετά, στις 13 Φεβρουαρίου του 1996 μ.Χ., αιχμαλωτίστηκε. Η αιχμαλωσία έγινε ως εξής: η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες - μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο - να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από ένα συγκεκριμένο δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει καμιά προηγούμενη οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από αυτόν το δρόμο περνούσαν πολύ συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα εκείνη πέρασε από εκείνο το δρόμο ένα ασθενοφόρο. Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν πάνω από δέκα Τσετσένοι, πολύ καλά οπλισμένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Αυτό έγινε στις 3 τη νύχτα. Στις 4 η ώρα ήρθαν άλλοι στρατιώτες για αλλαγή φρουράς· φυσικά δεν τους βρήκαν και κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους. Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι δεν πρόκειται για εξαφάνιση, αλλά για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην Τσετσενία, για να βρει το παιδί της. Έφτασε στην πόλη Χαγκαλά και μετά από πολλές προσπάθειες ήρθε σε επαφή με τους αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας προσπαθώντας να μάθει για την τύχη του Ευγένιου, διότι γνώριζε ότι οι Τσετσένοι δε σκοτώνουν αμέσως τους αιχμαλώτους, αλλά περιμένουν μήπως πάρουν λίτρα και τους ελευθερώσουν. Οι ίδιοι οι Τσετσένοι της είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα προσπαθώντας να υπολογίσουν πόσα χρήματα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000. Όταν κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού για να τον ψάξει, πέρασε από χωριά, από δρόμους με νάρκες, από μέτωπα συγκρούσεων, γνώρισε πολλούς αξιωματικούς Τσετσένους και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του άδη».
Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν ψυχικά, ώστε να καταφέρουν - αν ήταν δυνατό - να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του, να βγάλει το Σταυρό, να γίνει μουσουλμάνος και να τον κάνουν δήμιο και φονιά των άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα πάμπολλα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει το σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν.
Αργότερα, οι ίδιοι οι αρχηγοί των ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από εμάς, δε θα τον αδικούσαμε».
Στις 23 Μαΐου του 1996 μ.Χ. (10 Μαΐου 1996 με το παλαιό ημερολόγιο), δηλαδή την ημέρα των γενεθλίων του, πήραν τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του. Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει το Σταυρό λέγοντας ότι «ορκιζόμαστε στον αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν το Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με το σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι.
Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Και πάλι ζήτησαν οι Τσετσένοι 4000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν και βιντεοκασέτα με το μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια.
Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε - μέχρι και ρούχα - για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κλπ., τα οποία δεν ήταν και λίγα.
Τελικά στις 20 Νοεμβρίου του 1996 μ.Χ. μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Μετά από λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα από τη λύπη του.
Αμέσως, σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας ο Άγιος μάρτυρας Ευγένιος άρχισε να εμφανίζεται και να κάνει θαύματα. Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένες μαρτυρίες και θαυμαστές επεμβάσεις:
Ένα κοριτσάκι που έμενε σε Ορθόδοξο ορφανοτροφείο διηγήθηκε ότι της εμφανίστηκε κάποτε ένας ψηλός στρατιώτης με κόκκινο μανδύα, ο οποίος της είπε ότι είναι ο Ευγένιος, την έπιασε από το χέρι και τη οδήγησε στην Εκκλησία. Το κοριτσάκι λέει: «παραξενεύθηκα που φορούσε κόκκινο μανδύα, διότι οι στρατιώτες δε φορούν σήμερα τέτοιο μανδύα, και σκέφτηκα ότι αυτός πρέπει να είναι ο μανδύας του μάρτυρα».
Σε πολλές Εκκλησίες έχουν δει ένα στρατιώτη με πύρινο μανδύα, ο οποίος βοηθάει τους αιχμαλώτους στην Τσετσενία να δραπετεύσουν από την αιχμαλωσία τους και να διαφύγουν από κάθε κίνδυνο, όπως νάρκες κλπ.
Σε ένα νοσοκομείο τραυματιών πολέμου οι τραυματισμένοι στρατιώτες πιστοποιούν ότι ένας Άγιος μάρτυρας Ευγένιος τους βοηθάει, ειδικά όταν πονάνε πολύ. Όταν κάποιοι από αυτούς πήγαν στο Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα, είδαν την εικόνα του μάρτυρα και αναγνώρισαν αυτόν που τους βοήθησε.
Το στρατιώτη με τον κόκκινο μανδύα τον γνωρίζουν και οι φυλακισμένοι. Κυρίως βοηθάει τους πολύ καταβεβλημένους και συντετριμμένους ψυχικά λόγω της φυλακίσεως τους.
Το 1997 μ.Χ. με ευλογία του Πατριάρχη Αλεξίου εκδόθηκε ένα βιβλίο με τίτλο «Νέος μάρτυς του Χριστού στρατιώτης Ευγένιος». Ένας ιερέας ονόματι Βαντίμ Σκλιαρένσκο από το Ντνεποπετρόφκ έστειλε στο Πατριαρχείο μία αναφορά όπου έγραφε ότι το εξώφυλλο του βιβλίου με τη φωτογραφία του αγίου μυροβλύζει.
Μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες ο αρχηγός και όλη η ομάδα του, οι σφαγείς του Ευγένιου, σκοτώθηκαν από τους ίδιους τους Τσετσένους μετά από εμφύλιες αντιπαραθέσεις.
Καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά περισσότερο την ημέρα του Μαρτυρίου του, στις 23 Μαΐου, έρχονται για προσκύνημα στο τάφο του πολλοί πιστοί και αναφέρονται πολλά θαύματα.
Η Εκκλησία δεν έχει ακόμα κατατάξει στο αγιολόγιο τον νεομάρτυρα Ευγένιο αλλά αναμένεται πως κάτι τετοιο δε θα αργήσει πολύ.
Τροπάρια αγίου Νεομάρτυρος Ευγενίου Ροντιόνωφ
(10/23 Μαΐου 1996)
Υπό ανωνύμου ιδιώτου
Απολυτίκιον. Τον συνάναρχον Λόγον. Ήχος πλ. α΄.
Σταυρόν τίμιον φέρων επί του στήθους σου και δι’ αυτόν μαρτυρήσας εν τω αιώνι τω νυν, ανυψώθης προς Θεόν, μάρτυς Ευγένιε. Πόθος Χριστού γαρ του Θεού κατενίκησεν εν σοι τον πόνον υπέρ μητρός σου, και εν χώρα της Τσετσενίας θάλλεις ως θείος αιματόχρους ανθός.
***
Κοντάκιον. Τη Υπερμάχω.
Τον εκ Ρωσίας ευγενώς νυν ανατείλαντα και παιδιόθεν προς Θεόν ταχέως δράμοντα, ανυμνήσωμεν, ω φίλοι, μετά δακρύων. Ημερών γαρ εκατόν βασάνους έλαβεν, κεφαλήν δε τω Χριστώ θερμώς προσέφερε, ώ κραυγάσωμεν, Χαίροις, μάρτυς Ευγένιε.
***
Μεγαλυνάριον
Μάρτυρα νεώτατον του Χριστού, θείον στρατιώτην και μεγάλον εν θαυμαστοίς, αιχμαλώτων ρύστιν, στρατιωτών προστάτην, Ευγένιον Ροντιόνωφ πάντες τιμήσωμεν.
Πολλοί τον είδαν με κόκκινο μανδύα να περνάει σαν λάμψη.
Οι ειδικές μονάδες του Ρωσικού Στρατού στην Συρία τον επικαλούνται και τον θεωρούν βασικό αρωγό τους στην μάχη κατά των τζιχαντιστών.
Και πως να μην τον θεωρούν προστάτη τους, όταν ο 19χρονος Ευγένιος υπέστη ακριβώς το ίδιο μαρτυρικό τέλος που υπέστησαν τόσα αθώα θύματα στην Συρία γιατί δεν θέλησαν να αλλαξοπιστήσουν.
Πριν ακόμα γνωρίσουμε την δολοφονική λαίλαπα του τζιχάντ στην Συρία και στο Ιράκ, αυτή ήδη εκυοφορείτο από τα σχέδια της νέας εποχής στα βουνά της Τσετσενίας από την δεκαετία του 90 και δρούσε με την ίδια τακτική του φανατικού Ισλάμ που ήταν η αποκοπή της… κεφαλής.
¨Ο νεομάρτυς Ευγένιος Ροντιόνωφ ήταν στρατιώτης στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας επί επαράτου Γέλτσιν. Συνελήφθη από τσετσένους αντάρτες, βασανίστηκε, σφάχτηκε σαν αρνί και αποκεφαλίστηκε όταν αρνήθηκε να γίνει μουσουλμάνος και να πολεμήσει εναντίον της Ρωσίας, όπως είπε ο ίδιος ο δήμιος στη μητέρα του.
Αποκεφαλίστηκε το 1996 τη μέρα που γινόταν 19 ετών. Παρόλο ότι δεν μεγάλωσε σε ένα ευσεβές περιβάλλον δεν αποχωριζόταν ποτέ τον μικρό σταυρό που του είχε χαρίσει η γιαγιά του στα 11α γενέθλια του. Από αυτό τον μικρό σταυρό αναγνώρισε η μητέρα του το σώμα του που κειτόταν σε έναν ομαδικό τάφο μαζί με τρεις άλλους συστρατιώτες του. Για την γενναία άρνησή του να αποχωριστεί αυτό το σταυρό και να απαρνηθεί την πίστη στον Εσταυρωμένο εσφάγη ως αμνός στις 10/23 Μαίου 1996. Η κομμένη κεφαλή του είχε ταφεί από τους ισλαμιστές αντάρτες σε άλλο σημείο.
Η τραγική μητέρα άρχισε να ψάχνει μόνη της για να βρεί το γιό της αμέσως μόλις έμαθε ότι ήταν αιχμάλωτος στα μέσα Φεβρουαρίου του 1996 και επί 9 συνεχείς μήνες. Πληροφορήθηκε ότι ήταν νεκρός τον Σεπτέμβριο του 1996. Τότε έβαλε υποθήκη το σπίτι της στη Μοσχα για να εξασφαλίσει χρήματα, απαραίτητα για τις συναλλαγές με τους αντάρτες και άρχισε να ψάχνει τον τόπο που ετάφη ο γιός της. Από την αρχή της αναζήτησής της ήλθε σε επαφή με τους ισλαμιστές αυτονομιστές, ταλαιπωρήθηκε πολύ και απειλήθηκε η ζωή της από μύριους κινδύνους αλλά τελικά κατάφερε να μιλήσει με τον ίδιο τον φονιά του γιού της, Ruslan Khaikhoroyev.
Αυτός της είπε ότι ο Ευγένιος είχε ευκαιρία να σώσει τη ζωή του αλλά αρνήθηκε να βγάλει τον σταυρό του και να γίνει μουσουλμάνος και ότι προσπάθησε μάλιστα να δραπετεύσει μία φορά.
Η μητέρα ηρνείτο να πιστέψει ότι ο γιός της δεν ζεί, ακόμα και όταν αναγνώρισε τις μπότες του κατά την εκταφή. Όταν είδε όμως τον μικρό σταυρό του στο ακέφαλο σώμα του δεν άντεξε και λιποθύμησε.
Τελικά κατάφερε καταβάλλοντας «λύτρα» να της επιτρέψουν να πάρει και να μεταφέρει την νεκρή σορό του Ευγένιου και των συντρόφων του στη Μόσχα όπου και έγινε η κηδεία.
Ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε πέντε μέρες μετά την ταφή του γιού του.
Η απόδοση τιμής στο πρόσωπό του αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο στην Ρωσία. Ήδη έχουν δημοσιευθεί βιβλία για την ζωή και το μαρτύριό του με την ευλογία του μακαριστού πατριάρχου Αλεξίου του Β, υπάρχει μία εκκλησία επ΄ ονόματί του, έχει γραφεί ακολουθία και έχουν ιστορηθεί πολλές εικόνες του, κάποιες από τις οποίες μυροβλύζουν.¨
Βεβαίως η Εκκλησία δεν έχει ακόμα κατατάξει στο αγιολόγιο τον νεομάρτυρα Ευγένιο αλλά αναμένεται πως κάτι τέτοιο δε θα αργήσει πολύ.¨
Όταν αποβιβάζονταν τα ρωσικά στρατεύματα στην Λαττάκεια της Συρίας οι Σύριοι έβλεπαν τους Ρώσους στρατιώτες να φέρουν στο στρατιωτικό τους γιλέκο την ίδια ακριβώς εικόνα, να την βγάζουν και να την ασπάζονται με ευλάβεια.
Στην ερώτησή τους.
-Ποιος ήταν ο άγνωστος σε αυτούς ΑΓΙΟΣ με την μορφή νέου στρατιώτη και κόκκινο χιτώνα.
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ που παίρνουν είναι…
-Είναι ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ που ήρθε να πολεμήσει για εσάς.
Το 1989 μ.Χ. η γιαγιά του, πήρε τον μικρό Ευγένιο και τον πήγε στην Εκκλησία, για να εξομολογηθεί για πρώτη φορά και να
μεταλάβει των αχράντων μυστηρίων. Ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δε φορούσε Σταυρό και κατά τη διάρκεια της εξομολόγησης του φόρεσε ένα Σταυρό, τον οποίο ο μικρός Ευγένιος δεν τον έβγαλε ποτέ από πάνω του· μάλιστα, έφτιαξε ένα χονδρό κορδόνι και τον πέρασε εκεί. Η μητέρα του, όταν είδε ότι φορούσε Σταυρό, τον προέτρεψε να τον βγάλει, διότι, όπως είπε, θα τον περιγελάσουν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε, αλλά και δεν την υπάκουσε.
Όταν τελείωσε τις σπουδές του το 1994 μ.Χ., εργάστηκε ως επιπλοποιός, επάγγελμα που του απέφερε πολλά έσοδα.
Στις 25 Ιουνίου του 1995 μ.Χ. παρουσιάστηκε στο Στρατό και μετά τη βασική του εκπαίδευση, στις 13 Ιανουαρίου του 1996 μ.Χ., τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας-Ηγκουερίνας. Ακριβώς ένα μήνα μετά, στις 13 Φεβρουαρίου του 1996 μ.Χ., αιχμαλωτίστηκε. Η αιχμαλωσία έγινε ως εξής: η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες - μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο - να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από ένα συγκεκριμένο δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει καμιά προηγούμενη οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από αυτόν το δρόμο περνούσαν πολύ συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα εκείνη πέρασε από εκείνο το δρόμο ένα ασθενοφόρο. Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν πάνω από δέκα Τσετσένοι, πολύ καλά οπλισμένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Αυτό έγινε στις 3 τη νύχτα. Στις 4 η ώρα ήρθαν άλλοι στρατιώτες για αλλαγή φρουράς· φυσικά δεν τους βρήκαν και κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους. Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι δεν πρόκειται για εξαφάνιση, αλλά για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην Τσετσενία, για να βρει το παιδί της. Έφτασε στην πόλη Χαγκαλά και μετά από πολλές προσπάθειες ήρθε σε επαφή με τους αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας προσπαθώντας να μάθει για την τύχη του Ευγένιου, διότι γνώριζε ότι οι Τσετσένοι δε σκοτώνουν αμέσως τους αιχμαλώτους, αλλά περιμένουν μήπως πάρουν λίτρα και τους ελευθερώσουν. Οι ίδιοι οι Τσετσένοι της είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα προσπαθώντας να υπολογίσουν πόσα χρήματα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000. Όταν κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού για να τον ψάξει, πέρασε από χωριά, από δρόμους με νάρκες, από μέτωπα συγκρούσεων, γνώρισε πολλούς αξιωματικούς Τσετσένους και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του άδη».
Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν ψυχικά, ώστε να καταφέρουν - αν ήταν δυνατό - να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του, να βγάλει το Σταυρό, να γίνει μουσουλμάνος και να τον κάνουν δήμιο και φονιά των άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα πάμπολλα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει το σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν.
Αργότερα, οι ίδιοι οι αρχηγοί των ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από εμάς, δε θα τον αδικούσαμε».
Στις 23 Μαΐου του 1996 μ.Χ. (10 Μαΐου 1996 με το παλαιό ημερολόγιο), δηλαδή την ημέρα των γενεθλίων του, πήραν τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του. Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει το Σταυρό λέγοντας ότι «ορκιζόμαστε στον αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν το Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με το σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι.
Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Και πάλι ζήτησαν οι Τσετσένοι 4000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν και βιντεοκασέτα με το μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια.
Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε - μέχρι και ρούχα - για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κλπ., τα οποία δεν ήταν και λίγα.
Τελικά στις 20 Νοεμβρίου του 1996 μ.Χ. μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Μετά από λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα από τη λύπη του.
Αμέσως, σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας ο Άγιος μάρτυρας Ευγένιος άρχισε να εμφανίζεται και να κάνει θαύματα. Παρακάτω παραθέτουμε ορισμένες μαρτυρίες και θαυμαστές επεμβάσεις:
Ένα κοριτσάκι που έμενε σε Ορθόδοξο ορφανοτροφείο διηγήθηκε ότι της εμφανίστηκε κάποτε ένας ψηλός στρατιώτης με κόκκινο μανδύα, ο οποίος της είπε ότι είναι ο Ευγένιος, την έπιασε από το χέρι και τη οδήγησε στην Εκκλησία. Το κοριτσάκι λέει: «παραξενεύθηκα που φορούσε κόκκινο μανδύα, διότι οι στρατιώτες δε φορούν σήμερα τέτοιο μανδύα, και σκέφτηκα ότι αυτός πρέπει να είναι ο μανδύας του μάρτυρα».
Σε πολλές Εκκλησίες έχουν δει ένα στρατιώτη με πύρινο μανδύα, ο οποίος βοηθάει τους αιχμαλώτους στην Τσετσενία να δραπετεύσουν από την αιχμαλωσία τους και να διαφύγουν από κάθε κίνδυνο, όπως νάρκες κλπ.
Σε ένα νοσοκομείο τραυματιών πολέμου οι τραυματισμένοι στρατιώτες πιστοποιούν ότι ένας Άγιος μάρτυρας Ευγένιος τους βοηθάει, ειδικά όταν πονάνε πολύ. Όταν κάποιοι από αυτούς πήγαν στο Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα, είδαν την εικόνα του μάρτυρα και αναγνώρισαν αυτόν που τους βοήθησε.
Το στρατιώτη με τον κόκκινο μανδύα τον γνωρίζουν και οι φυλακισμένοι. Κυρίως βοηθάει τους πολύ καταβεβλημένους και συντετριμμένους ψυχικά λόγω της φυλακίσεως τους.
Το 1997 μ.Χ. με ευλογία του Πατριάρχη Αλεξίου εκδόθηκε ένα βιβλίο με τίτλο «Νέος μάρτυς του Χριστού στρατιώτης Ευγένιος». Ένας ιερέας ονόματι Βαντίμ Σκλιαρένσκο από το Ντνεποπετρόφκ έστειλε στο Πατριαρχείο μία αναφορά όπου έγραφε ότι το εξώφυλλο του βιβλίου με τη φωτογραφία του αγίου μυροβλύζει.
Μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες ο αρχηγός και όλη η ομάδα του, οι σφαγείς του Ευγένιου, σκοτώθηκαν από τους ίδιους τους Τσετσένους μετά από εμφύλιες αντιπαραθέσεις.
Καθ' όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά περισσότερο την ημέρα του Μαρτυρίου του, στις 23 Μαΐου, έρχονται για προσκύνημα στο τάφο του πολλοί πιστοί και αναφέρονται πολλά θαύματα.
Η Εκκλησία δεν έχει ακόμα κατατάξει στο αγιολόγιο τον νεομάρτυρα Ευγένιο αλλά αναμένεται πως κάτι τετοιο δε θα αργήσει πολύ.
Τροπάρια αγίου Νεομάρτυρος Ευγενίου Ροντιόνωφ
(10/23 Μαΐου 1996)
Υπό ανωνύμου ιδιώτου
Απολυτίκιον. Τον συνάναρχον Λόγον. Ήχος πλ. α΄.
Σταυρόν τίμιον φέρων επί του στήθους σου και δι’ αυτόν μαρτυρήσας εν τω αιώνι τω νυν, ανυψώθης προς Θεόν, μάρτυς Ευγένιε. Πόθος Χριστού γαρ του Θεού κατενίκησεν εν σοι τον πόνον υπέρ μητρός σου, και εν χώρα της Τσετσενίας θάλλεις ως θείος αιματόχρους ανθός.
***
Κοντάκιον. Τη Υπερμάχω.
Τον εκ Ρωσίας ευγενώς νυν ανατείλαντα και παιδιόθεν προς Θεόν ταχέως δράμοντα, ανυμνήσωμεν, ω φίλοι, μετά δακρύων. Ημερών γαρ εκατόν βασάνους έλαβεν, κεφαλήν δε τω Χριστώ θερμώς προσέφερε, ώ κραυγάσωμεν, Χαίροις, μάρτυς Ευγένιε.
***
Μεγαλυνάριον
Μάρτυρα νεώτατον του Χριστού, θείον στρατιώτην και μεγάλον εν θαυμαστοίς, αιχμαλώτων ρύστιν, στρατιωτών προστάτην, Ευγένιον Ροντιόνωφ πάντες τιμήσωμεν.
Πολλοί τον είδαν με κόκκινο μανδύα να περνάει σαν λάμψη.
Οι ειδικές μονάδες του Ρωσικού Στρατού στην Συρία τον επικαλούνται και τον θεωρούν βασικό αρωγό τους στην μάχη κατά των τζιχαντιστών.
Και πως να μην τον θεωρούν προστάτη τους, όταν ο 19χρονος Ευγένιος υπέστη ακριβώς το ίδιο μαρτυρικό τέλος που υπέστησαν τόσα αθώα θύματα στην Συρία γιατί δεν θέλησαν να αλλαξοπιστήσουν.
Πριν ακόμα γνωρίσουμε την δολοφονική λαίλαπα του τζιχάντ στην Συρία και στο Ιράκ, αυτή ήδη εκυοφορείτο από τα σχέδια της νέας εποχής στα βουνά της Τσετσενίας από την δεκαετία του 90 και δρούσε με την ίδια τακτική του φανατικού Ισλάμ που ήταν η αποκοπή της… κεφαλής.
¨Ο νεομάρτυς Ευγένιος Ροντιόνωφ ήταν στρατιώτης στον πρώτο πόλεμο της Τσετσενίας επί επαράτου Γέλτσιν. Συνελήφθη από τσετσένους αντάρτες, βασανίστηκε, σφάχτηκε σαν αρνί και αποκεφαλίστηκε όταν αρνήθηκε να γίνει μουσουλμάνος και να πολεμήσει εναντίον της Ρωσίας, όπως είπε ο ίδιος ο δήμιος στη μητέρα του.
Αποκεφαλίστηκε το 1996 τη μέρα που γινόταν 19 ετών. Παρόλο ότι δεν μεγάλωσε σε ένα ευσεβές περιβάλλον δεν αποχωριζόταν ποτέ τον μικρό σταυρό που του είχε χαρίσει η γιαγιά του στα 11α γενέθλια του. Από αυτό τον μικρό σταυρό αναγνώρισε η μητέρα του το σώμα του που κειτόταν σε έναν ομαδικό τάφο μαζί με τρεις άλλους συστρατιώτες του. Για την γενναία άρνησή του να αποχωριστεί αυτό το σταυρό και να απαρνηθεί την πίστη στον Εσταυρωμένο εσφάγη ως αμνός στις 10/23 Μαίου 1996. Η κομμένη κεφαλή του είχε ταφεί από τους ισλαμιστές αντάρτες σε άλλο σημείο.
Η τραγική μητέρα άρχισε να ψάχνει μόνη της για να βρεί το γιό της αμέσως μόλις έμαθε ότι ήταν αιχμάλωτος στα μέσα Φεβρουαρίου του 1996 και επί 9 συνεχείς μήνες. Πληροφορήθηκε ότι ήταν νεκρός τον Σεπτέμβριο του 1996. Τότε έβαλε υποθήκη το σπίτι της στη Μοσχα για να εξασφαλίσει χρήματα, απαραίτητα για τις συναλλαγές με τους αντάρτες και άρχισε να ψάχνει τον τόπο που ετάφη ο γιός της. Από την αρχή της αναζήτησής της ήλθε σε επαφή με τους ισλαμιστές αυτονομιστές, ταλαιπωρήθηκε πολύ και απειλήθηκε η ζωή της από μύριους κινδύνους αλλά τελικά κατάφερε να μιλήσει με τον ίδιο τον φονιά του γιού της, Ruslan Khaikhoroyev.
Αυτός της είπε ότι ο Ευγένιος είχε ευκαιρία να σώσει τη ζωή του αλλά αρνήθηκε να βγάλει τον σταυρό του και να γίνει μουσουλμάνος και ότι προσπάθησε μάλιστα να δραπετεύσει μία φορά.
Η μητέρα ηρνείτο να πιστέψει ότι ο γιός της δεν ζεί, ακόμα και όταν αναγνώρισε τις μπότες του κατά την εκταφή. Όταν είδε όμως τον μικρό σταυρό του στο ακέφαλο σώμα του δεν άντεξε και λιποθύμησε.
Τελικά κατάφερε καταβάλλοντας «λύτρα» να της επιτρέψουν να πάρει και να μεταφέρει την νεκρή σορό του Ευγένιου και των συντρόφων του στη Μόσχα όπου και έγινε η κηδεία.
Ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε πέντε μέρες μετά την ταφή του γιού του.
Η απόδοση τιμής στο πρόσωπό του αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο στην Ρωσία. Ήδη έχουν δημοσιευθεί βιβλία για την ζωή και το μαρτύριό του με την ευλογία του μακαριστού πατριάρχου Αλεξίου του Β, υπάρχει μία εκκλησία επ΄ ονόματί του, έχει γραφεί ακολουθία και έχουν ιστορηθεί πολλές εικόνες του, κάποιες από τις οποίες μυροβλύζουν.¨
Βεβαίως η Εκκλησία δεν έχει ακόμα κατατάξει στο αγιολόγιο τον νεομάρτυρα Ευγένιο αλλά αναμένεται πως κάτι τέτοιο δε θα αργήσει πολύ.¨
Όταν αποβιβάζονταν τα ρωσικά στρατεύματα στην Λαττάκεια της Συρίας οι Σύριοι έβλεπαν τους Ρώσους στρατιώτες να φέρουν στο στρατιωτικό τους γιλέκο την ίδια ακριβώς εικόνα, να την βγάζουν και να την ασπάζονται με ευλάβεια.
Στην ερώτησή τους.
-Ποιος ήταν ο άγνωστος σε αυτούς ΑΓΙΟΣ με την μορφή νέου στρατιώτη και κόκκινο χιτώνα.
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ που παίρνουν είναι…
-Είναι ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ που ήρθε να πολεμήσει για εσάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου